Στα τέλη του 19ου αιώνα το Σαντζάκι των Σερβίων, η διοικητική, δηλαδή, μονάδα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που περιλάμβανε τους καζάδες της Ελασσόνας, της Κοζάνης, των καϊλαρίων, της Ανασελίτσης, των Γρεβενών και της Δεσκάτης, και φυσικά των ίδιων των Σερβίων, είχε ιδιαίτερη σημασία καθώς συνόρευε με το Ελληνικό Κράτος, που από το 1881 με τις διατάξεις της σύμβασης της Κωνσταντινούπολης είχε προσαρτήσει τη Θεσσαλία και την περιοχή της Άρτας. Μέρος του μουσουλμανικού πληθυσμού της Θεσσαλίας εγκαταστάθηκε στα Σέρβια, ενώ ο διοικητικός και στρατιωτικός ρόλος της πόλης αναβαθμίστηκε.
Και από την ελληνική πλευρά υπήρξε μια προσπάθεια προσαρμογής στον νέο ενισχυμένο ρόλο της πόλης. Για τον λόγο αυτό, ήδη από το 1882 ιδρύεται ελληνικό προξενείο στην πόλη, ενώ η επισκοπή Σερβίων και Κοζάνης αναβαθμίζεται από το 1882 σε Μητρόπολη. Το χριστιανικό στοιχείο όμως, που έως και τον 18ο αιώνα ήταν κυρίαρχο στην πόλη των Σερβίων, υπολειπόταν πλέον καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα αριθμητικά του μουσουλμανικού και εξυπηρετούνταν από δύο μόνο ναούς, της Αγίας Κυριακής και του Αγίου Νικολάου. Οι αριθμοί της απογραφής του 1905 δείχνουν έναν πληθυσμό περίπου 1350 περίπου χριστιανών έναντι 2000 μουσουλμάνων στα Σέρβια, ενώ στο γειτονικό Βελβεντό οι Χριστιανοί ξεπερνούσαν του 4000 και στο ορεινό Καταφύγιο τους 3000.
Μετά από τα γεγονότα του Μακεδονικού Αγώνα και την τελική μάχη στη θέση Πόρτες Σερβίων, ένα στρατηγικό σημείο με φυσικά πλεονεκτήματα που είχε ήδη οχυρωθεί κατά τους βυζαντινούς χρόνους, τα Σέρβια απελευθερώθηκαν στις 10 Οκτωβρίου 1912, αν και κατά την υποχώρηση τους οι Τούρκοι προχώρησαν σε εκτεταμένα αντίποινα και ομαδικές σφαγές.
Ακολούθησε για τα Σέρβια μια ειρηνική περίοδος κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου, όπου ο πληθυσμός παρέμενε στα όρια μιας κωμόπολης 3500 περίπου κατοίκων. Τα γεγονότα κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής όμως άλλαξαν για πάντα την όψη του οικισμού των Σερβίων. Οι Έλληνες αντάρτες πήραν τον έλεγχο της περιοχής, ανάρτησαν την ελληνική σημαία στο κοινοτικό κατάστημα των Σερβίων, έκαψαν την ξύλινη γέφυρα του Αλιάκμονα και άρχισαν να υποχωρούν στους γειτονικούς ορεινούς όγκους από τον φόβο αντιποίνων. Πράγματι οι ιταλικές δυνάμεις έφτασαν στις 6 Μαρτίου 1943 στα Σέρβια και προχώρησαν σε θανάτωση πολλών Σερβιωτών και σε μια ολοσχερή καταστροφή της πόλης των Σερβίων, η οποία συνεχίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της κατασκευής νέας ξύλινης γέφυρας από τις ιταλικές δυνάμεις. Κατά τη διάρκεια της πυρπόλησης των Σερβίων καταστράφηκαν τα δημόσια κτίρια της πόλης και το σύνολο σχεδόν των περίπου 1000 κατοικιών, από τις οποίες ελάχιστες μόνο σώθηκαν. Οι γερμανικές δυνάμεις ολοκλήρωσαν την καταστροφή αυτή με την ανατίναξη του μεγάλου οθωμανικού διοικητηρίου, που πλέον λειτουργούσε ως οικοτροφείο, επεκτείνοντάς μάλιστα την καταστροφή σε μικρότερα χωριά της περιοχής των Σερβίων.
Τα Σέρβια αποτελούν σήμερα έναν οικισμό 3000 περίπου κατοίκων και λειτουργούν ως έδρα του Δήμου Σερβίων. Στη σύγχρονη πόλη σώζονται σήμερα ελάχιστα δείγματα της παλαιότερης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς του οικισμού. Ξεχωρίζει μικρός αριθμός νεοκλασικών οικιών, δύο εκ των οποίων έχουν κηρυχθεί διατηρητέα μνημεία ως αντιπροσωπευτικά δείγματα της τοπικής αρχιτεκτονικής, μία στην οδό Αγίου Γεωργίου 7 και μία στην οδό 117 Μαρτύρων και Ελ. Βενιζέλου.
Ο σχεδιασμός της ιστοσελίδας εντάσσεται στην υλοποίηση της Πράξης «Στερέωση και Αποκατάσταση του Δυτικού Πύργου στο Κάστρο Σερβίων», η οποία υλοποιήθηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κοζάνης και συγχρηματοδοτήθηκε από την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση/Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Δυτική Μακεδονία» του ΕΣΠΑ 2014-2020