Η πληροφορία της κατάληψης του κάστρου των Σερβίων από τον Σουλτάνο Βαγιαζήτ Α΄ το 1393 προέρχεται από την αναφορά του οθωμανού περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή. Ο συγκεκριμένος περιηγητής του 17ου αιώνα μας παρέχει μια σημαντική περιγραφή των Σερβίων του 17ου αιώνα, που περιγράφει ως μια πόλη των 1800 οικιών με οκτώ συνοικίες Ελλήνων, έξι μουσουλμανικές και μία εβραϊκή. Ο Τσελεμπή μας μεταφέρει την πληροφορία ότι η πόλη διαθέτει επτά εκκλησίες, ενώ εντύπωση του κάνουν τα φροντισμένα πέτρινα σπίτια στους στενούς και ανηφορικούς δρόμους της πόλης, που γαντζώνονται σχεδόν στο κάστρο. Για το ίδιο το κάστρο αναφέρει ότι υπάρχου περίπου εκατό σπίτια φτωχών Ελλήνων που διαμένουν μέσα σε αυτό, αλλά κι ότι έχει χάσει πλέον τον αμυντικό του χαρακτήρα χωρίς να διαθέτει πλέον πυριτιδαποθήκες, κανόνια ή αποθήκες. Οι κάτοικοι αναφέρει ότι ασχολούνται με την αμπελοκαλλιέργεια, τη βιοτεχνία υφασμάτων, το εμπόριο και τη μεταξουργία, προσομοιάζοντας μάλιστα την πόλη με Μικρή Προύσα λόγω του αριθμού των μουριών και του μεταξιού της.
Ο Άγγλος περιηγητής και διπλωμάτης William Martin Leake, που επισκέπτεται τα Σέρβια στις αρχές του 19ουαιώνα δίνει μια άκρως διαφορετική περιγραφή της πόλης. Το κυρίαρχο στοιχείο είναι πλέον το μουσουλμανικό (αναφέρονται 500 τουρκικά σπίτια και ελάχιστα μόνο ελληνικά), ενώ η σηροτροφία έχει αντικατασταθεί με την καπνοκαλλιέργεια. Ο επισκοπικός ναός, την οποία πρέπει να ταυτίσουμε την Βασιλική των Κατηχουμένων, βρίσκεται ήδη σε ερείπια, όπως αναφέρει ο Leake, ενώ και το επισκοπείο, που έχει μεταφερθεί έξω από το κάστρο, δεν βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση.
Τα νομίσματα που βρέθηκαν στον ευρύτερο χώρο του κάστρου των Σερβίων μάς παρέχουν ένα εύρος διαρκούς κατοίκησης του χώρου από τα ύστερα ρωμαϊκά χρόνια έως και τον 17ο αιώνα μ.Χ. Δεν αποκλείεται στη θέση αυτή ή πλησίον αυτής να προϋπήρχε μια οχυρωμένη θέση ελάσσονος σημασίας με διαφορετικό όνομα. Η περιορισμένη, έως τώρα, ανασκαφική έρευνα στον χώρο των Σερβίων δεν μας επιτρέπει την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων για την χρονολόγηση της ίδρυσης της πόλης και σε αυτό συμβάλλει και η σιωπή των πηγών, στις οποίες δεν έχουν εντοπιστεί έως σήμερα πληροφορίες για την ύπαρξη ισχυρής οχυρωματικής θέσης στην περιοχή ή έστω οικισμού με την ονομασία Σέρβια κατά τα ρωμαϊκά χρόνια ή και παλαιότερα. Από την ανασκαφική έρευνα στην ευρύτερη περιοχή των Σερβίων, ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις για την κατοίκηση της συγκεκριμένης περιοχής ήδη από τα νεολιθικά χρόνια.
Η ίδρυση των Σερβίων ως οχυρωμένου οικισμού πρέπει να τοποθετηθεί χρονολογικά μεταξύ 6ου και 7ου αι. μ.Χ. Από τα τέλη του 9ου αιώνα, πάντως, μαρτυρείται η ύπαρξη επισκοπής Σερβίων, στη δικαιοδοσία της μητρόπολης Θεσσαλονίκης. Η χωροταξική τοποθέτηση του κάστρου των Σερβίων, κτισμένο στην κορυφή απότομου λόφου, αποτέλεσε αντικείμενο θαυμασμού και διεξοδικών περιγραφών ήδη από τους βυζαντινούς χρόνους. Τον 11ο αι. ο Κεκαυμένος επισημαίνοντας τη στρατηγική θέση των Σερβίων αναφέρει χαρακτηριστικά: «Σέρβεια πόλις ἐστὶν ὀχυρὰ […] κρημνοῖς τε γὰρ καὶ φάραγξι φοβερωτάταις τὴν ἀσφάλειαν ἐκέκτητο», ενώ ο Γεώργιος Κεδρηνός μας παραδίδει σημαντικές ιστορικές πληροφορίες για τη αμυντική λειτουργία των τειχών των Σερβίων και πώς αυτά δρούσαν σε συνδυασμό με άλλα φρούρια.
Η μείωση του πληθυσμού και η κακή κατάσταση διατήρησης του επισκοπικού ναού και του επισκοπείου των Σερβίων, μπορεί να εξηγηθεί εύκολα αν λάβει κανείς υπόψη την σημαντική άνθηση της πόλης της Κοζάνης κατά τον 18ο αιώνα, που απορροφά μεγάλο μέρος του χριστιανικού πληθυσμού των Σερβίων. Το 1745 μάλιστα γίνεται μεταφορά της επισκοπικής έδρας στην Κοζάνη, χτίζεται νέο Επισκοπικό μέγαρο και ανακαινίζεται ο επισκοπικός ναός του Αγίου Νικολάου στην Κοζάνη και ο επίσκοπος μοιράζει το χρόνο του μεταξύ Κοζάνης και Σερβίων, όπως μάλιστα διαπιστώνει και ο ίδιος ο Leake, ο οποίος κατά την επίσκεψή του στην Κοζάνη αναφέρει ότι ο επίσκοπος απουσιάζει στα Σέρβια.
Τα Σέρβια αναπτύσσονται πλέον τον 19ο αιώνα σαν σημαντική οθωμανική πόλη στην οποία χτίζονται αξιόλογα δημόσια κτίσματα όπως το μεγάλο εξαγωνικής διατομής ρολόι στο κέντρο της πόλης και το οθωμανικό Διοικητήριο που κτίστηκε το 1881 για τις ανάγκες διοίκησης του Σαντζακίου Σερβίων, όπου υπαγόταν πλέον εκτός από τα Σέρβια και οι περιοχές του Βοΐου, της Κοζάνης, των Γρεβενών και της Ελασσόνας. Αν και τα δύο κτήρια αυτά δεν σώζονται πλέον, μπορεί ο επισκέπτης ακόμα να αντιληφθεί μέρος της οθωμανικής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της πόλης από άλλα κτίσματα που είτε ίστανται ακόμα, όπως το τουρκικό σχολείο, κτίσμα του 1882, είτε σώζονται σε ερείπια, όπως το κομμένο τζαμί στο βορειοανατολικό τμήμα των Σερβίων ή το οθωμανικό λουτρό στο κέντρο της πόλης.
Κτίσμα της ύστερης οθωμανικής περιόδου είναι και ο μεταβυζαντινός ναός της Αγίας Κυριακής, που αν και κτίστηκε τον 17ο αιώνα, καταστράφηκε από πυρκαγιά δυο φορές με αποτέλεσμα η ορατή σήμερα φάση του ναού να χρονολογείται το 1879 με το καμπαναριό του να προστίθεται στις αρχές του 20ού αιώνα. Ακόμα και από αυτή την όψιμη φάση του ναού όμως διατηρούνται μόνο μέρος των εξωτερικών τοίχων του, καθώς ο ναός κάηκε εκ νέου το 1943 από τα ιταλικά στρατεύματα κατοχής.
Ο σχεδιασμός της ιστοσελίδας εντάσσεται στην υλοποίηση της Πράξης «Στερέωση και Αποκατάσταση του Δυτικού Πύργου στο Κάστρο Σερβίων», η οποία υλοποιήθηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κοζάνης και συγχρηματοδοτήθηκε από την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση/Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Δυτική Μακεδονία» του ΕΣΠΑ 2014-2020